Ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της επιτροπής επιλογής των έργων της 7ης Biennale Νέων Ελλήνων Αρχιτεκτόνων

Ημερομηνία: 
02.07.2012

Η επιτροπή επιλογής των έργων που θα παρουσιαστούν στην έκθεση της 7ης Biennale Νέων Ελλήνων Αρχιτεκτόνων, αποτελούμενη από τους αρχιτέκτονες Σταύρο Γυφτόπουλο, Πάνο Δραγώνα, Νίκο Καλογερά, Αναστάσιο Κωτσιόπουλο και Παναγιώτη Πάγκαλο, συνεδρίασε την Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012 στα γραφεία του Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής.

Τα δείγματα της σύγχρονης ελληνικής αρχιτεκτονικής, που παρουσιάστηκαν με αφορμή την πρόσκληση του Ε.Ι.Α. για συμμετοχή στην 7η Biennale νέων αρχιτεκτόνων, αναδεικνύουν τρεις προθέσεις:
α) τη συνέχιση της συμπόρευσης με τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα, ενίοτε αβίαστα και άλλοτε διατυπώνοντας μορφολογικές αντιστάσεις διαμέσου της χρήσης τοπικών υλικών,
β) την υπεράσπιση των κυρίαρχων ειδών, υιοθετώντας ωστόσο νέες κατασκευαστικές μεθόδους και προηγμένα υλικά κελύφους,
γ) την δήλωση μιας κριτικής αντίληψης σε ό,τι αφορά στη σχέση ανάμεσα στην αρχιτεκτονική και την πόλη.

Η επιτροπή, αφού ταξινόμησε τα έργα τυπολογικά, έθεσε ως βασικά κριτήρια αξιολόγησης: 1) τη σχέση με την καινοτομία, 2) τον σχολιασμό επί του προγράμματος, 3) την αλληλεπίδραση με τον δημόσιο χώρο, 4) τη σημασία των λεπτομερειών, 5) την αποφυγή των χρόνιων επαναλήψεων.

Ως προς τη μέθοδο επιλογής, η επιτροπή αποφάσισε να οργανώσει τα αποτελέσματα της κρίσης σε 3 κατηγορίες ιεραρχημένες ως προς την ποιότητα των έργων: α) διακριθέντα έργα προς έκθεση, β) προεπιλεγέντα έργα, γ) απορριφθέντα έργα, είτε για τυπικούς λόγους είτε διότι στην παρουσίασή τους δεν εμφανίστηκαν επαρκώς τα ποιοτικά στοιχεία τους.

Η κριτική επιτροπή θεωρεί ότι οι προτάσεις των νέων αρχιτεκτόνων αποδεικνύουν ότι η σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική δεν έχει μετατοπιστεί δραματικά από τις αναζητήσεις των τελευταίων δεκαετιών του περασμένου αιώνα. Οι εξαιρέσεις παραμένουν αποσπασματικές σε σχέση με την εικόνα της πλειονότητας, η οποία επιβεβαιώνει την επαναφορά ήδη καθιερωμένων ιδεών.

Η Βiennale, που υποσημειώνει και σχολιάζει τις προσπάθειες και τους προβληματισμούς των νέων αρχιτεκτόνων, εμφανίζεται ως μια αναγκαιότητα, αυξάνοντας ταυτόχρονα το αίσθημα ευθύνης του διοργανωτή.